- ἀστεροειδῶς
- ἀστεροειδήςstar-likeadverbial (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κατλέια — Γένος ποωδών φυτών, της οικογένειας των ορχεϊδών (δικοτυλήδονα). Πρόκειται για ορχιδέες, κυρίως επίφυτες, οι οποίες κατάγονται ειδικά από την Κεντρική και Νότια Αμερική και καλλιεργούνται σε θερμοκήπια, ως πολύτιμα φυτά με καλλωπιστικά άνθη. Τα… … Dictionary of Greek